Στης σιγαλιάς την
ερημιά, στης νύχτας την αγκάλη
πετά η ψυχή μου σαν
πουλί σ’ απόμερο ακρογιάλι.
Έρημη χώρα η αμμουδιά
κι η θάλασσα μονάχη,
να τρομολάμπει σαν
κοιλιάς ολάνοιχτης το αίμα
φλογίζεται η ψυχούλα
μου σαν το χρυσό το στάχυ,
που το βαραίνει τ’
άνεμου το μυρωμένο γνέμα
τώρα Θεέ μου ζήλεψα την
άκρα σου την μοίρα,
σαν της φωτιάς σου η
μοναξιά, στο στήθος μου πλημμύρα.
Στης σιγαλιάς την
ερημιά, σε νύχτας καλοσύνη
μάτι ανοίγεται η καρδιά
και πια δεν ξανακλείνει.
Έρημος κόσμος,
μυστικός, σ’ αγίασμα βουτάει,
σαν το ψαράκι το μικρό,
σαν το χλωρό ξυλάκι,
που μες στο βύθος του
νερού ζωή κρυφή κυλάει.
Βλασταίνει η καρδούλα μου μικρούλικο σποράκι
τώρα Θεέ μου πλέξε με
στης θέρμης σου το νήμα,
δικό σου βάλσαμο η ζωή,
της μοναξιάς σου ντύμα.
Στης νύχτας την
ανασεμιά, σε παλιακό υφάδι,
γλιστράει ρίζα φωτερή,
σα νιόβγαλτο ανθοκλάδι
τα φυλλοκάρδια μου
τρυπά, τα σπλάχνα αγκιστρώνει
στης μοναξιάς τη
λεχωνιά νέα ζωή φτερώνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου